Παράγοντες μάλλον απρόσμενοι, όπως η υψηλή θερμοκρασία των εσωτερικών χώρων τον χειμώνα και η χρόνια έλλειψη ύπνου, πέρα από την κακή διατροφή και την έλλειψη σωματικής άσκησης, παίζουν ρόλο στο πόσο μπορεί να παχύνει κανείς, σύμφωνα με μια νέα ιταλική επιστημονική έρευνα. Οι ερευνητές του Τμήματος Ιατρικής του πανεπιστημίου του Τορίνο, με επικεφαλής τη δρα Σιμόνα Μπο, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο διεθνές περιοδικό για θέματα παχυσαρκίας “International Journal of Obesity”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, μελέτησαν επί έξι χρόνια την εξέλιξη του βάρους περίπου 1.300 μεσήλικων ατόμων, από τους οποίους οι 103 έγιναν παχύσαρκοι σε αυτό το χρονικό διάστημα.
Αναζητώντας την επίδραση διάφορων περιβαλλοντικών παραγόντων, οι επιστήμονες, μεταξύ άλλων, βρήκαν ότι για κάθε ώρα πρόσθετου ύπνου, οι πιθανότητες να γίνει κανείς παχύσαρκος, μειώνονταν κατά 30%. Από την άλλη, οι άνθρωποι που ήθελαν να ζουν σε δωμάτια με πολλή ζέστη τον χειμώνα και το φθινόπωρο είχαν διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν παχύσαρκοι, σε σχέση με όσους δεν ανέβαζαν γενικά τον θερμοστάτη πάνω από τους 20 βαθμούς Κελσίου.
Επίσης, όπως αναμενόταν, όσο πιο συχνά έτρωγαν σε εστιατόρια οι άνθρωποι μέσα στην εβδομάδα, τόσο αύξαινε ο κίνδυνος παχυσαρκίας. Τέλος, όσον αφορά τη διατροφή, όσοι κατανάλωναν λιγότερες φυτικές ίνες, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης υψηλού σακχάρου στο αίμα, διαβήτη και παχυσαρκίας.
Οι ερευνητές, πάντως, διευκρίνισαν ότι η έρευνά τους δεν αποδεικνύει πως αν κανείς κατεβάσει την θερμοκρασία ή κοιμάται παραπάνω, θα μείνει αδύνατος ή θα αδυνατίσει, θα μπορούσε όμως κανείς να πειραματιστεί (αν μη τι άλλο θα πληρώνει λιγότερο πετρέλαιο ή ηλεκτρικό ρεύμα!).
Προηγούμενες έρευνες έχουν συσχετίσει το υπερβολικό πάχος με την χρόνια αϋπνία (λιγότερες από έξι ώρες ύπνου το βράδυ). Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους ειδικούς, η σωματική άσκηση παραμένει η καλύτερη μέθοδος απώλειας κιλών, σε συνδυασμό με προσεκτική διατροφή.