Νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Biotechnology» παρουσιάζει μια εναλλακτική φόρμουλα απέναντι στα παραδοσιακά αντιβιοτικά, τουλάχιστον όπως τα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Στόχος της νέας ουσίας είναι η αποτελεσματική αντιμετώπιση των μολύνσεων από βακτηριακές μολύνσεις. Η διάθεση μιας νέας ουσίας στην αγορά συνήθως πρέπει να περάσει πρώτα από μία μακρά διαδικασία πειραμάτων και ελέγχων καταλληλότητας. Εντούτοις, η εταιρεία βιοϊατρικής startup Lasco με έδρα τη Γενεύη, έχει ήδη ανακοινώσει την έναρξη κλινικών δοκιμών για την εναλλακτική ουσία με αντιβιοτική δράση που παρασκεύασε. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών η νέα ουσία ενδέχεται να είναι σε θέση στο μέλλον να αντικαταστήσει τα αντιβιοτικά.
Εστιάζοντας στα λιποσώματα
Oι ερευνητές ανέπτυξαν τεχνητά νανοσωματίδια από λιπίδια ή αλλιώς λιποσώματα, τα οποία είναι γνωστά και ως CAL02. Tα λιποσώματα έχουν σφαιρική δομή, μοιάζουν με τη μεμβράνη των ανθρώπινων κυττάρων και όταν εισέρχονται στον οργανισμό έχουν την ικανότητα να προσελκύουν τις τοξίνες, οι οποίες παράγοντα από τα βακτήρια προκαλώντας μολύνσεις.
«Οι τοξίνες προσκολλώνται στα λιποσώματα αντί να επιτίθενται στα υγιή κύτταρα του οργανισμού κι έτσι παγιδεύονται εκεί», εξηγεί η Ανέτε Ντρέγκερ, μία εκ των επιμελητών της έρευνας. Η Ντρέγκερ εργάζεται στο Ινστιτούτο Ανατομίας του Πανεπιστημίου της Βέρνης. Σε συνέντευξη της στη Deutsche Welle περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο η δεκαοκταμελής επιστημονική ομάδα έφτασε στην παρασκευή της συγκεκριμένης ουσίας.
Όλα ξεκίνησαν από την παρατήρηση του τρόπου με τον οποίο τα ανθρώπινα κύτταρα «επισκευάζουν» τη μεμβράνη τους αφότου μολυνθούν από τοξίνες βακτηρίων. «Τα λιποσώματα που κατασκευάσαμε αποτελούν ένα πιο εξελιγμένο και σταθερό αντίγραφο αυτών των περιοχών», εξηγεί η Ντρέγκερ. Με τον τρόπο αυτό τα λιποσώματα είναι αυτά που επιφορτίζονται με την αντιμετώπιση των «εισβολέων» και ειδικότερα των τοξινών που εκλύουν.
«Αντίδοτο» στην ανθεκτικότητα απέναντι στα αντιβιοτικά;
Τα αντιβιοτικά κυκλοφορούν στην παγκόσμια αγορά φαρμάκων μόλις τον τελευταίο αιώνα. Καθόλη αυτή την χρονική περίοδο τα βακτήρια κατόρθωσαν να προσαρμοστούν στο νέο αυτό «περιβάλλον» με αποτέλεσμα να αποκτήσουν ανθεκτικότητα στις αντιβιοτικές ουσίες. Η ανθεκτικότητα αυτή μάλιστα περνάει από γενιά σε γενιά βακτηρίων. Το γεγονός αυτό ανησυχεί ιδιαίτερα τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), ο οποίος κρούει συχνά τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες της μη σωστής χρήσης των αντιβιοτικών. Από τη μία πλευρά η υπερβολική χορήγησή τους και από την άλλη η λανθασμένη χρήση τους έχουν μειώσει την αποτελεσματικότητά τους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του γερμανικού ασφαλιστικού ταμείου DAK, oι γερμανοί γιατροί συχνά συνταγογραφούν με μεγάλη ευκολία αντιβιοτικά, ακόμη και για το κοινό κρυολόγημα. Ο ΠΟΥ από την πλευρά του κατέγραψε μόνο το 2012 450.000 περιπτώσεις ανθεκτικότητας του ανθρώπινου οργανισμού σε πολλά σκευάσματα κατά της φυματίωσης καθώς επίσης και σε πολλά φάρμακα κατά κοινών λοιμώξεων. Ωστόσο το πρόβλημα αυτό μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επικίνδυνο σε περιπτώσεις σοβαρών λοιμώξεων σε ευάλωτους ή βαριά άρρωστους οργανισμούς.
Σκεπτικισμός από μερίδα επιστημόνων
Παρά το γεγονός ότι νέες ουσίες που μπορούν να δράσουν ως εναλλακτικά αντιβιοτικά είναι σήμερα επιστημονικό ζητούμενο, εντούτοις πολλοί επιστήμονες εκφράζουν επιφυλάξεις απέναντι στην προτεινόμενη θεραπεία με λιποσώματα. Ο διευθυντής του τμήματος κλινικών πειραμάτων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Γιένα, για παράδειγμα, εμφανίζεται απαισιόδοξος απέναντι στην αποτελεσματικότητά του.
Ο ίδιος ανέφερε στη DW ότι σειρά αντίστοιχων μελετών πάνω στα λιποσώματα αλλά και στα φωσφολιπίδια που έχουν γίνει μέχρι σήμερα δεν έχουν καταφέρει τελικά να λειτουργήσουν θεραπευτικά. «Όλες αυτές οι δοκιμές απέτυχαν», είπε χαρακτηριστικά ο γερμανός ειδικός εξηγώντας ότι το πρόβλημα, κατά τη γνώμη του, έγκειται στο ότι τα λιποσώματα δεν σκοτώνουν στην πράξη τα βακτήρια.