Κυριακή
24-11-2024
16:55
Καλωσόρισες Επισκέπτης
RSS
 

Main Publisher Registration Login
Άρθρα »
Site menu

Catalog categories
Εκδρομές και Ταξίδια
Δώρα και Εκπλήξεις
Χριστούγεννα Πρωτοχρονιά
Πάσχα - Ανάσταση
Άλλες γιορτές

Ενδιαφέρον

Κατασκευές βήμα-βήμα

Τέχνη Σερβιρίσματος

Ομορφιά βήμα-βήμα

* * *


Λέξεις κλειδιά

Κουτσομπολιό

Αρχική » Άρθρα » Δώρα - Γιορτές » Άλλες γιορτές

Ποιήματα και τραγούδια για το 1821


Η 25η Μαρτίου

Της δόξας λάμπει γαλανό το φως στη χώρα
γελούν οι κάμποι τραγουδούνε τα νερά
Γιγάντων ίσκιοι ηρωικοί ξυπνήστε τώρα
Στου λυτρωμού τη χρονογύριστη χαρά.

Το σάλπισμά μας πιο τρανό ας αντιλαλήσει
κι απ' το γλυκό της Άγιας Λαύρας ορθρινό
πλατειά είν' η γη μας και το χώμα όπου κι ανθίσει
μια Λεφτεριά μοσχοβολά στον ουρανό

Κι όλα τα χέρια ας υψωθούν ανδρειωμένα
πόχουν τα σίδερα συντρίψει τα βαριά
Να στήσουν τρόπαια λαμπρά του εικοσιένα
να θρονιαστεί η Ελληνοπούλα η Λευτεριά.

~Τραγούδια για το 1821

Ποίημα για τον Καραϊσκάκη

Πόλεμος θ'αρχιζε. Στα ξάγναντα, μπροστά μου,
κορφή, γκρεμός το βουνό μαύρο. Ξαφνικά
το βουνό αστράφτει μέσ' στην υπνοφαντασιά μου
σαναπό φάσγανα γυμνά για φονικά.
Όσο κι αν εγερν' εμέ δείλια προς τα χάμου,
με μάτια πρόσμενα υψωμένα εκστατικά
τα πρώτα βόλια να σφυρίξουνε στ' αυτιά μου
κ' ενιωθα κάτι σα φτερά στα σωθικά.
Και νά! Από τού βουνύ την κορωμένη ράχη
δε χύμησε μουγγρίζοντας η αντάρα η μάχη.
Το βουνό χρυσή σκάλα, κλέφτες και κουρσάροι
την κατεβαίνανε, και σ' όλους μέσα ποιός;
Ένας ξεχώριζε, του Γένους το καμάρι,
της Καλογριάς ο Γιός!

~Κωστής Παλαμάς


Η εικοστή πέμπτη Μαρτίου

Τέτοιαν ημέρα διάλεξεν η σπλαχνική Μαρία
να ειπεί στον Κύριο του Παντός που τ άψυχα εμψυχώνει:
«Κοίτα στη γη τους Χριστιανούς, που μ άπειρη λατρεία
εμέ γιορτάζουν σήμερα, πόση σκλαβιά πλακώνει;»
Και πνεύμα θείο χύθηκε μεμιάς εις την Αγία
ψυχή του ενδόξου Γερμανού, που ατρόμητος απλώνει
το ξακουστό το Λάβαρο κι από την εκκλησία
πρώτος προβαίνει αγωνιστής και πρώτος ξεσπαθώνει.
Φεύγουν απ' όλες τις μεριές οι Τούρκοι τρομαγμένοι,
ενώ προφέρει ο Γερμανός κι ηχολογούν οι άλλοι
τον όρκο, π όλην έσειε βαθιά την οικουμένη.
Μέρα γλυκιά, μέρα λαμπρή, μέρα χαριτωμένη!
Κάθε φορά που η λάμψη σου στην εκκλησιά προβάλλει,
πάντα με δάφνη ελεύθερη θα την ιδείς σπαρμένη.

~Γ. Μαρτινέλλης

Στη Σημαία

Μέσα μας βαθιά για σένα
μία λαχτάρα πάντα ζει
την πατρίδα συμβολίζεις
και τη λευτεριά μαζί.
Γαλανόλευκη η θωριά σου
και φαντάζεις μέσ' στο νου
σαν το κύμα, σαν το γέλιο
του πελάου και τ' ουρανού.
Της τιμής και της ανδρείας
είσ' αστείρευτη πηγή,
του λευκού Σταυρού σου η χάρη
δυναμώνει κι ευλογεί.
Κι όσοι χάνονται για σένα
σπώντας σίδερα βαριά,
ξεψυχούν και τραγουδούνε
χαίρε, ω χαίρε, λευτεριά.


Η μάχη στο Βαλτέτσι 1821

Βαλτέτσι μου περήφανο και χιλιοδοξασμένο,
πού είναι οι λεβέντες σου που όλο τους περιμένω
ναρθούνε να χορέψουνε στης Παναγιάς τη χάρη
στου Βαλτετσίου τον πλάτανο να ρήξουν το λιθάρι
ν' αναδειχτούνε στο σπαθί και στο καλό σημάδι,
ν'αναδειχτούν και στο χορό, ποιός είναι παληκάρι.
Εδώ που μαζευτήκανε όλοι οι καπεταναίοι
της Μάνης ο Πετρόμπεης και Κολοκοτρωναίοι
κι' όλοι λεβέντες του Μοριά που ήτανε γενναίοι.
Κολοκοτρώνης φώναξε ψηλά απ'το Ρεζενίκο
γειά σου Κολοκοτρώνη μου πώς να σαλησμονίκω
κράτα ρε Μήτρο Πέτροβα του κούκου το ταμπούρι
σας φέρνουμε ζεστό ψωμί κρασί να πιείτε ούλοι.
Σας φέρνω και αρνιά ψητά βαρώντας το νταούλι
ετάξανε στην Παναγιά στην Παναγιά Παρθένα
από τα παλικάρια τους μη σκοτωθεί κανένα.
Τότε στη μάχη ρίχτηκαν μες το Βαλτέτσι ούλοι
και πήρανε τη λευτεριά για να μη ζούνε δούλοι
μας χάρισαν τη λευτεριά και μεις δεν ζούμε δούλοι
έφτασε κι' ο Νικηταράς με το σπαθί στο χέρι
πέντε πιστόλες κράταγε κι αστρακτερό μαχαίρι
στην ρεματιά του Βαλτετσιού τους έκανε καρτέρι
γεια σου μωρέ Νικηταρά άλλον δεν είχες ταίρι
είχες στα πόδια σου φτερά κι όλη τουρκιά το ξέρει
έτσι παιδιά μου τέλειωσε η μάχη στο Βαλτέτσι
τους Τούρκους τους εκλείσανε σαν κότες στο κοτέτσι
τους κλείσαν στην Τριπολιτσά προτού ο ήλιος πέσει.
Εσείς που δοξαστήκατε στις δώδεκα του Μάη
εμείς θα σας γιορτάζουμε αιώνια κάθε Μάη
στεφάνια θα σας φέρνουμε με λουλούδια του Μάη
δάφνες, σγουρό βασιλικό πανθήζουνε το Μάη.

Η σημαία

Πάντα κι όπου σ' αντικρίζω,
με λαχτάρα σταματώ,
υπερήφανα δακρύζω,
ταπεινά σε χαιρετώ.

Δόξα αθάνατη στολίζει
κάθε θεία σου πτυχή
και μαζί σου φτερουγίζει
της πατρίδος η ψυχή.

Όταν ξάφνου σε χαϊδεύει
τ' αγεράκι τ' αλαφρό,
μοιάζεις κύμα, που σαλεύει
με χιονόλευκον αφρό.

Κι ο σταυρός που λαμπυρίζει
στην ψηλή σου κορυφή,
είν' ο φάρος που φωτίζει
μιαν ελπίδα μας κρυφή.

Σε θωρώ κι αναθαρρεύω
και τα χέρια μου χτυπώ,
σαν αγία σε λατρεύω,
σα μητέρα σ' αγαπώ.

Κι απ' τα στήθη μου ανεβαίνει
μια χαρούμενη φωνή:
"Να 'σαι πάντα δοξασμένη,
ω Σημαία γαλανή!"

~Ιωάννης Πολέμης


Η Σκλάβα Πόλη

Η σκλάβα η Πόλη κάθεται στο Βόσπορο και κλαίει
Κι ο φιδωτός ο Βόσπορος την συμπονεί και λέει :
«Πες μου κυρά μου ζηλευτή, πεντάμορφη κυρά μου,
Γιατί ποτίζεις δάκρυα τα γαλανά νερά μου;
Σαν τι είναι που μου ζήτησες κι εγώ να μη στο φέρω
Μήπως σ' ελύπησα ο φτωχός και δίχως να το ξέρω;

Στα κάτασπρα τα πόδια σου δεν πέρασεν ημέρα,
που να μη σούφερα σκυφτός δώρα απ τον κόσμο πέρα.
Τα μύρα της Ανατολής και τα μεταξωτά της
Και τα χαλιά τα ατίμητα, τα μυριοπλουμιστά της

Και της Φραγκιάς τα ασημικά, και τα χρυσά στολίδια,
Και τα άλλα της τα ξακουστά, τα τόσα της παιχνίδια,
Πες μου λοιπόν γιατί μου κλαις, πεντάμορφη κυρά μου,
Γιατί ποτίζεις δάκρυα τα γαλανά νερά μου;»

«Στα κάτασπρα τα πόδια μου δεν πέρασεν ημέρα
που να μη μούφερες σκυφτός δώρα απ τον κόσμο πέρα.
Μον ένα δώρο ολημερίς κι ολονυχτίς προσμένω,
Κι ακόμα δεν μου τόφερε το κύμα σου αφρισμένο
Μον ένα δώρο λαχταρούν τα μάτια μου και κλαίνε,
Ατίμητο στα ατίμητα -ελευθεριά το λένε.»
Ο Βόσπορος που τάκουσε κυττάζει την κυρά του
Κι αναστενάζει θλιβερά στα γαλανά νερά του.

~Κωνσταντίνου Μάνου (1869-1913)
«Λόγια της καρδιάς»

Το κρυφό σχολειό

Απ' έξω μαυροφόρ' απελπισιά,
πικρής σκλαβιάς χειροπιαστό σκοτάδι,
και μέσα στη θολόκτιστη εκκλησιά,
στην εκκλησιά, που παίρνει κάθε βράδυ
την όψη του σχολειού,
το φοβισμένο φως του καντηλιού
τρεμάμενο τα ονείρατα αναδεύει,
και γύρω τα σκλαβόπουλα μαζεύει.
Εκεί καταδιωγμένη κατοικεί
του σκλάβου η αλυσόδετη πατρίδα,
βραχνά ο παπάς, ο δάσκαλος εκεί
θεριεύει την αποσταμένη ελπίδα
με λόγια μαγικά,
εκεί η ψυχή πικρότερο αγροικά
τον πόνο της σκλαβιάς της, εκεί βλέπει
τι έχασε, τι είχε, τι της πρέπει.
Κι απ' την εικόνα του Χριστού ψηλά,
που εβούβανε τα στόματα των πλάνων,
και ρίχνει και συντρίβει και κυλά
στην άβυσσο τους θρόνους των τυράννων,
κι από την σιγαλιά,
που δένει στο λαιμό πνιγμού θηλιά,
κι απ' των προγόνων τ' άφθαρτα βιβλία,
που δείχνουν τα πανάρχαια μεγαλεία,
ένας ψαλμός ακούγεται βαθύς
σα μελωδίες ενός κόσμου άλλου,
κι ανατριχιάζει ακούγοντας καθείς
προφητικά τα λόγια του δασκάλου
με μια φωνή βαριά.
«Μη σκιάζεστε στα σκότη! Η λευθεριά
σαν της αυγής το φεγγοβόλο αστέρι
της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει».

~Ιωάννης Πολέμης


Θούριος

Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, στις ράχες στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;

Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο είναι μιάς ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή.

Τι σ' ωφελεί αν ζήσεις, και είσαι στη σκλαβιά;
στοχάσου πως σε ψένουν, καθ' ώραν στην φωτιά.
Βεζύρης, δραγουμάνος, αφέντης κι αν σταθής
ο τύραννος αδίκως σε κάμνει να χαθής.

Δουλεύεις όλη ημέρα, σε ό,τι κι αν σε πει,
κι' αυτός πασχίζει πάλιν, το αίμα σου να πιει.
Ο Σούτζος, κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης, ειν' να ιδής.

Ανδρείοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν κι αγάδες, με άδικον σπαθί.
Κι αμέτρητοι άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά αφορμή.

Ελάτε με έναν ζήλον, σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον, επάνω στον σταυρόν.
Συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν
να βάλωμεν εις όλα, να δίδουν ορισμόν.

Οι νόμοι να 'ν' ο πρώτος, και μόνος οδηγός,
και της πατρίδος ένας, να γένει αρχηγός.
Γιατί κι η αναρχία, ομοιάζει την σκλαβιά,
να ζούμε σαν θηρία, ειν' πιο σκληρή φωτιά.

Και τότε με τα χέρια, ψηλά στον ουρανόν
ας πούμ' απ' την καρδιά μας, ετούτα στον Θεόν.

Εδώ σηκώνονται οι πατριώτες όρθιοι,
και υψώνοντας τα χέρια προς τον ουρανόν,
κάνουν τον όρκον.

Ω βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των τυράννων, να μην έλθω ποτέ.
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.

Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε νάναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος για να 'μαι, υπό τον στρατηγόν.

Κι αν παραβώ τον όρκον, ν' αστράψ' ο ουρανός,
και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός.

Τέλος του όρκου

Σ' ανατολή και δύση, και νότον και βοριά,
για την πατρίδα όλοι, να 'χωμεν μια καρδιά.
Στην πίστιν του καθ' ένας, ελεύθερος να ζη,
στην δόξαν του πολέμου, να τρέξωμεν μαζί.

Βουλγάροι κι Αρβανήτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,
Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινήν ορμή,
Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμαστ' αντριωμένοι, παντού να ξακουσθή.

Όσα απ' την τυραννίαν, πήγαν στην ξενητιά
στον τόπον του καθ' ένας, ας έλθη τώρα πιά.
Και όσοι του πολεμου, την τέχνην αγροικούν
Εδώ ας τρέξουν όλοι, τυρράνους να νικούν.

Η Ρούμελη τους κράζει, μ' αγκάλες ανοιχτές,
τους δίδει βιό και τόπον, αξίες και τιμές.
Ως ποτ' οφφικιάλος, σε ξένους Βασιλείς;
έλα να γένης στύλος, δικής σου της φυλής.

Κάλλιο για την πατρίδα, κανένας να χαθή
ή να κρεμάση φούντα, για ξένον στο σπαθί.
Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πιά εχθροί,
αδέλφια μας θα γένουν, ας είναι κ' εθνικοί.

Μα όσοι θα τολμήσουν, αντίκρυ να σταθούν,
εκείνοι και δικοί μας, αν είναι, ας χαθούν.
Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά
ως πότε σταις σπηλιές σας, κοιμάστε σφαλιστά;

Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραητοί,
κι Αγράφων τα ξεφτέρια, γεννήστε μια ψυχή.
Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήσετε για μια,
και αίμα των τυράννων, ρουφήξτε σα θεριά.

Του Σάββα και Δουνάβου, αδέλφια Χριστιανοί,
με τα άρματα στο χέρι, καθ' ένας ας φανή,
Το αίμα σας ας βράση, με δίκαιον θυμόν,
μικροί μεγάλοι ομώστε, τυρράννου τον χαμόν.

Λεβέντες αντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί,
ο βάρβαρος ως πότε, θε να σας τυραννή.
Μην καρτερήτε πλέον, ανίκητοι Λαζοί,
χωθήτε στο μπογάζι, μ' εμάς και σεις μαζί.

Δελφίνια της θαλάσσης, αζδέρια των νησιών,
σαν αστραπή χυθήτε, χτυπάτε τον εχθρόν.
Της Κρήτης και της Νύδρας, θαλασσινά πουλιά,
καιρός ειν' της πατριδος, ν' ακούστε την λαλιά.

Κι οσ' είστε στην αρμάδα, σαν άξια παιδιά,
οι νόμοι σας προστάζουν, να βάλετε φωτιά.
Με εμάς κι εσείς Μαλτέζοι, γεννήτε ένα κορμί,
κατά της τυραννίας, ριχθήτε με ορμή.

Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει, σας πονεί,
ζητά την συνδρομήν σας, με μητρική φωνή.
Τι σκέκεις Παζβαντζιόγλου, τόσον εκστατικός;
τινάξου στο Μπαλκάνι, φώλιασε σαν αητός.

Τους μπούφους και κοράκους, καθόλου μην ψηφάς,
με τον ραγιά ενώσου, αν θέλης να νικάς.
Συλήστρα και Μπραίλα, Σμαήλι και Κιλί,
Μπενδέρι και Χωτήνι, εσένα προσκαλεί.

Στρατεύματα σου στείλε, κ' εκείνα προσκυνούν
γιατί στην τυρραννίαν, να ζήσουν δεν μπορούν.
Γκιουρντζή πιά μη κοιμάσαι, σηκώσου με ορμήν,
τον Προύσια να μοιάσης, έχεις την αφορμήν.

Και συ που στο Χαλέπι, ελεύθερα φρονείς
πασιά καιρόν μη χάνεις, στον κάμπον να φανής.
Με τα στρατεύματά σου, ευθύς να συκωθής,
στης Πόλης τα φερμάνια, ποτέ να μη δοθής.

Του Μισιριού ασλάνια, για πρώτη σας δουλειά,
δικόν σας ένα μπέη, κάμετε βασιλιά.
Χαράτζι της Αιγύπτου, στην Πόλη ας μη φανή,
για να ψοφήσει ο λύκος, όπου σας τυραννεί.

Με μια καρδιά όλοι, μια γνώμη, μια ψυχή,
χτυπάτε του τυράννου, την ρίζα να χαθή.
Να ανάψουμε μια φλόγα, σε όλην την Τουρκιά,
να τρέξει από την Μπόσνα, και ως την Αραπιά.

Ψηλά στα μπαϊράκια, σηκώστε τον σταυρόν,
και σαν αστροπελέκια, χτυπατε τον εχθρόν.
Ποτέ μη στοχασθήτε, πως είναι δυνατός,
καρδιοκτυπά και τρέμει, σαν τον λαγόν κι αυτός.

Τριακόσιοι Γκιρτζιαλήδες, τον έκαμαν να ιδή,
πως δεν μπορεί με τόπια, μπροστά τους να εβγεί.
Λοιπόν γιατί αργήτε, τι στέκεσθε νεκροί;
ξυπνήστε μην είστε ενάντιοι κι εχθροί.

Πως οι προπάτορές μας, ορμούσαν σα θεριά,
για την ελευθερία, πηδούσαν στη φωτιά.
Έτσι κι ημείς, αδέλφια, ν' αρπάξουμε για μια
τα άρματα, και να βγούμεν απ' την πικρή σκλαβιά.

Να σφάξουμε τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν,
και Χριστιανούς και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν.
Στεργιάς και του πελάγου, να λάμψη ο σταυρός,
και στην δικαιοσύνην, να σκύψη ο εχθρός.

Ο κόσμος να γλυτώση, απ' αύτην την πληγή,
κ' ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια εις την γη.

~Ρήγας Φεραίος


Κατηγορία: Άλλες γιορτές | Έγραψε: woman-life (23-03-2011) | Το διάβασαν: 3887

Άλλα άρθρα με θέμα γιορτές:

Καινούρια Άρθρα :

· Είναι και κάτι πρωινά ...!!!

· 5 Tips για οικονομικές καλοκαιρινές...

· Τοματόσουπα με καπνιστό λουκάνικο

· Τα 4 SOS τιπ για το μακιγιάζ της πα...

· Δουλεύω στο σπίτι

· Μην κάνετε αυτά τα λάθη μπροστά στα...

· Το φαρμακείο των καλοκαιρινών διακο...

· 40+ Πλεξούδες για το καλοκαίρι

· Η ζωή με σκύλο

· 10 ταξίδια που πρέπει να κάνεις πρι...

· Φτιάξε δικά σου πεντανόστιμα ferrer...

· 4 λάθη καλοκαιρινού μακιγιάζ

· Τα πρώτα 70 λεπτά του μωρού στον κό...

· 7 τύποι γυναικών που οι άντρες δε θ...

Συνολικά σχόλια: 2
24-03-2011
1. martzak51

!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! biggrin biggrin biggrin
[Entry]


24-03-2011
2. martzak51

Διπλή γιορτή για μας τούς Έλληνες η 25η Μαρτίου,θρησκευτική (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου)και Εθνική ( Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε την σημαία για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδος την Ελευθερία)
[Entry]


Μόνο εγγεγραμμένα μέλη μπορούν να αφήνουν σχόλια.

[ Εγγραφή νέου μέλους | Είσοδος ]



Σχόλια Καινούρια τεστ
  • Πώς εκδηλώνετε τον έρωτά σας? New

  • Τι είδους ζευγάρι είστε?

  • Θα ωριμάσετε επιτέλους?

  • Τα θέλω όλα εδώ και τώρα!

  • Το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο?

  • Είστε στο σωστό επαγγελματικό δρόμο?
  • Login form
    Μπείτε στην παρέα μας!
    Γίνετε μέλος και αποκτήστε πρόσβαση στις κρυφές σελίδες!

    Αναζήτηση Άρθρων


    Χρήσιμοι σύνδεσμοι


    Η αναδημοσίευση μπορεί να γίνει αν, και μόνο αν τηρηθούν οι όροι
    Copyright MyCorp © 2024 - Site managed by uCoz
    website stats