1) Δεν αρκεί μόνο μία ή δύο εβδομάδες δίαιτας, καθώς την πρώτη εβδομάδα δίαιτας το 70% που χάνουμε είναι νερό και μόνο το 25% είναι λίπος! Τις επόμενες δύο εβδομάδες συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή 70% λίπος και 20% νερό, ενώ κατά την τέταρτη εβδομάδα το 85% είναι λίπος και το 15% πρωτεΐνες (McArdle et al 2001).
2) Κάνοντας άσκηση αυξάνουμε την ευαισθησία των υποδορίων λιπαποθηκών (λίπος κάτω από το δέρμα) στις λιπολυτικές ορμόνες και έτσι διευκολύνεται η κινητοποίηση και η καύση των ελευθέρων λιπαρών οξέων. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στις λιπαποθήκες της κοιλιακής χώρας, που ο ρυθμός απελευθέρωσής τους είναι 4-5 φορές υψηλότερος απ’ότι στις λιπαποθήκες των γλουτών (Wahrenberg et al 1991, Martin 1996). Κάντε γυμναστική λοιπόν, για να «κάψετε» το περιττό λίπος, κυρίως της κοιλιάς!
3) Οι άνδρες, όσον αφορά το χάσιμο λίπους, ωφελούνται από την άσκηση πολύ περισσότερο απ’ότι οι γυναίκες και αυτό οφείλεται στην διαφορετική κατανομή του σωματικού λίπους στα δύο φύλα. Ως γνωστόν, οι άνδρες αποθηκεύουν το παραπανίσιο λίπος στον κορμό και στην κοιλιακή χώρα (ανδρογενής παχυσαρκία), ενώ οι γυναίκες στους γλουτούς και τους μηρούς (γυναικοειδής παχυσαρκία). Όπως προαναφέραμε, στο Νο2, η ασκησιογενής νευρο-ορμονική διέγερση, προκαλεί εκλεκτική κινητοποίηση του λίπους στον κορμό και τα σπλάχνα (Ballor et al 1991, Wood et al 1991, Dengel et al 1994). Άρα λοιπόν, οι άνδρες έχουν ακόμη έναν σημαντικό λόγο για να γυμναστούν!
4) Δεν έχουμε όλοι τα ίδια αποτελέσματα από την άσκηση! Ο κάθε ένας από εμάς έχει διαφορετικό DNA και η επίδραση της άσκησης στην απώλεια σωματικού βάρους επηρεάζεται από το γονότυπο του ατόμου, αφού παρατηρούνται μεγάλες διατομικές διαφορές απόκρισης στα ασκησιογενή ερεθίσματα (Bouchard et al 1994).
5) Για τον έλεγχο του σωματικού μας βάρους δεν αρκεί η μεταβολή της ενεργειακής πρόσληψης και δαπάνης, δηλαδή το πόσα τρώμε και το τι από αυτά «καίμε». Σημασία έχει κυρίως το τι τρώμε! Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, οι υδατάνθρακες και οι πρωτεΐνες δεν μετατρέπονται εύκολα σε σωματικό λίπος. Έτσι, η αύξηση της πρόσληψής τους οδηγεί σε ανάλογη αύξηση της οξείδωσής τους. Αντιθέτως, η αύξηση πρόσληψης λιπών δεν οδηγεί σε άμεση αύξηση της οξείδωσής τους, αλλά στην αποθήκευσή τους. Άρα λοιπόν, για να χάσουμε σωματικό βάρος εκτός του ότι πρέπει να αυξήσουμε την ενεργειακή μας δαπάνη και να μειώσουμε την θερμιδική πρόσληψη, απαιτείται και μεταβολή της σύστασης και της οξείδωσης της καύσιμης ύλης, δηλαδή μείωση της πρόσληψης λιπών και αύξηση οξείδωσης λιπών με μυϊκή δραστηριότητα (Swinburn et al 1993).
Χριστίνα Μαυρίδου, Καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής www.skai.gr
|