Η εφεύρεση του μαγειρέματος διευκόλυνε την ανάπτυξη του ανθρώπινου εγκεφάλου. Μια ακόμη επιστημονική έρευνα, αυτή τη φορά από Βραζιλιάνους ερευνητές, υποστηρίζει ότι η ανακάλυψη της τεχνικής του μαγειρέματος των τροφών έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη συνεχή διόγκωση του ανθρώπινου εγκεφάλου και, κατά συνέπεια, στην ανάπτυξη των πιο εξελιγμένων νοητικών ικανοτήτων και του ανθρώπινου πολιτισμού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια νευροεπιστήμης Σουζάνα Χερκουλάνο-Χουζέλ του Ινστιτούτου Βιοατρικών Επιστημών του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Ρίο ντε Τζανέιρο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το «Science», υπολόγισαν ότι αν οι άνθρωποι έτρωγαν μόνο ωμές τροφές, χωρίς να τις μαγειρεύουν, τότε θα έπρεπε να τρώνε τουλάχιστον επί εννιά ώρες κάθε μέρα προκειμένου να συντηρήσουν τους περίπου 86 δισεκατομμύρια νευρώνες του σημερινού ανεπτυγμένου εγκεφάλου. Οι ανθρώπινοι νευρώνες είναι πολύ περισσότεροι σε αριθμό σε σχέση με τα εγκεφαλικά κύτταρα των μεγάλων πιθήκων: ο χιμπατζής έχει περίπου 28 δισεκατομμύρια νευρώνες και ο γορίλας 33 δισεκατομμύρια.
Οι Βραζιλιάνοι ερευνητές μέτρησαν τον αριθμό των νευρώνων σε 13 είδη πιθήκων και πάνω από 30 άλλα είδη θηλαστικών. Έτσι, ανακάλυψαν αφενός ότι το μέγεθος του εγκεφάλου σχετίζεται άμεσα με τον αριθμό των νευρώνων και αφετέρου ότι ο αριθμός των νευρώνων σχετίζεται άμεσα, με τη σειρά του, με την ποσότητα ενέργειας (θερμίδων) που χρειάζεται ο εγκέφαλος για τη συντήρησή του.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι αν οι πρόγονοί μας δεν είχαν εφεύρει το μαγείρεμα στη φωτιά ως μέθοδο για να αυξάνουν σε μικρό χρόνο τον αριθμό των θερμίδων που κατανάλωναν, ο εγκέφαλός τους δεν θα ήταν δυνατό να μεγαλώσει τόσο πολύ. Το γεγονός αυτό εξηγεί, όπως αναφέρουν, γιατί οι μεγαλόσωμοι γορίλες, που έχουν έως τριπλάσιο σωματικό βάρος σε σχέση με τους ανθρώπους, διαθέτουν σημαντικά μικρότερους εγκεφάλους - ακριβώς επειδή συνεχίζουν να εξαρτιούνται από τις ωμές τροφές.
Ο εγκέφαλος είναι τόσο «πεινασμένος» για ενέργεια που στους σύγχρονους ανθρώπους, παρόλο που αποτελεί μόλις το 2% της σωματικής μάζας τους, ευθύνεται για το 20% περίπου του ανθρώπινου μεταβολισμού σε συνθήκες ανάπαυσης (έναντι 9% στους μεγάλους πιθήκους). Η ανακάλυψη του μαγειρέματος κρέατος και φυτών, που πιθανώς έγινε από τον «όρθιο άνθρωπο» (Homo erectus) πριν από περίπου 1,8 εκατ. χρόνια, σύμφωνα με τους ερευνητές, μετέτρεψε τον εγκέφαλο από ενεργειακό-μεταβολικό βάρος σε σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα, προσδίδοντας σταδιακά στον άνθρωπο νέες δεξιότητες και καθιστώντας την ατομική και κοινωνική ζωή του πιο ευέλικτη και πολύπλοκη.
Όπως αναφέρει η Χερκουλάνο-Χουζέλ, η πιο προφανής απάντηση στο ερώτημα γιατί τα άλλα είδη συγγενικά είδη πρωτευόντων (οι μεγάλοι πίθηκοι) δεν μπορούν να κάνουν ό,τι και οι άνθρωποι, είναι ότι μόνο εμείς κάποτε μάθαμε να μαγειρεύουμε και αυτό οδήγησε σε μια εκρηκτική ανάπτυξη του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Τη θεωρία αυτή πρώτος υποστήριξε, στο τέλος της δεκαετίας του ΄90, ο καθηγητής βιολογικής ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Χάρβαρντ Ρίτσαρντ Ράνγκαμ, του οποίου το βιβλίο «Παίρνοντας φωτιά: Πώς η μαγειρική μας έκανε ανθρώπους» έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά. Ο Ράνγκαμ και οι συνεργάτες του έχουν κάνει πιο πρόσφατα εργαστηριακά πειράματα που δείχνουν ότι διάφορα ζώα (τρωκτικά, πύθωνες κ.α.) μεγαλώνουν ταχύτερα και πιο πολύ, όταν τρώνε μαγειρεμένο αντί για ωμό κρέας.
Όμως υπάρχει και ο επιστημονικός αντίλογος ότι οι αρχαιότερες εστίες φωτιάς που έχουν ανακαλυφθεί, χρονολογούνται μόνο πριν από 800.000 χρόνια περίπου, ενώ η τακτική χρήση της φωτιάς για μαγείρεμα, σύμφωνα με τα παλαιοντολογικά και αρχαιολογικά ευρήματα, φαίνεται πως εξαπλώθηκε πολύ πιο πρόσφατα. Σε αυτή την περίπτωση, λένε οι σκεπτικιστές, είναι αμφίβολο αν το μαγείρεμα έπαιξε όντως καθοριστικό ρόλο στην πρώτη «έκρηξη» του ανθρωπίνου εγκεφάλου που συνέβη πριν από 1,6 έως 1,8 εκατ. χρόνια, αν και το μαγείρεμα μπορεί να έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δεύτερη φάση ταχείας εγκεφαλικής ανάπτυξης, που σημειώθηκε πριν από περίπου 600.000 χρόνια.